Για να καταφέρεις να γίνεις τέλειος πρέπει να κάνεις πολλά λάθη.
Παντού υπάρχει ένας τέτοιος τύπος. Σε κάθε περίσταση. Κάποιος που είναι περισσότερο χαρούμενος από σένα και χωρίς να το σκέφτεται απολαμβάνει κάθε στιγμή της ζωής του. Μετά από λίγο φεύγει παίρνοντας μαζί του όλη τη λάμψη, που μοιράζει χωρίς καμία προσπάθεια. Τότε βυθίζεσαι σε σκέψεις και προβληματισμούς. Ποιο είναι το μυστικό του; Πώς τα καταφέρνει;
Για να μην πέσεις σε κατάθλιψη μαζεύεις τα κομμάτια σου και πηγαίνεις γυμναστήριο. Οι σφυγμοί σου χτυπάνε κόκκινο, ο ιδρώτας τρέχει από κάθε πόρο του σώματός σου και σιγά σιγά αρχίζεις να παίρνεις τα πάνω σου. Παρά την προσπάθεια, όμως, ακόμη δεν τον έχεις ξεχάσει και συνεχίζει να σε απασχολεί - αυτός ο άτιμος τύπος. Πώς γίνεται να είναι τόσο άνετος; Ο Κωνσταντίνος είναι ένας από αυτούς τους τύπους κι αν δεν με απασχολούσε τόσο το πώς τα καταφέρνει, το πιθανότερο είναι ότι θα ήθελα να τον χτυπήσω. Αυτό ισχύει και με το παραπάνω, ειδικά αν σκεφτείς το πόσο νέος και στυλάτος είναι. Με κοντά, ξανθά μαλλιά και σταθερό βήμα (που μαρτυρά ότι σηκώνει πολλά κιλά), ο 32χρονος κουβαλάει μεγαλύτερη σιγουριά από άντρες που έχουν τα διπλάσια χρόνια του.
Βέβαια, φροντίζει να σπάει το κύμα της αυτοπεποίθησης που βγάζει με μικρά αστεία. Μια συνάντηση με τον Κωνσταντίνο μπορεί να είναι εντυπωσιακή, σαν να έπεφτες τυχαία πάνω σ’ έναν παλιό σου φίλο. Φυσικά, κανείς δεν είναι συνηθισμένος σε τέτοια απλότητα. Οι ζωές μας φαίνεται ότι απαιτούν κάποια στρατηγική διστακτικότητα, μια συνετή επιφυλακτικότητα ή δυσπιστία. Ο Κωνσταντίνος όμως πηγαίνει κόντρα στο κύμα. Οπου κι αν είναι, ό,τι κι αν κάνει, ποτέ δεν πνίγει τον αυθορμητισμό του. Πάρε, για παράδειγμα, την ιστορία που λέει τώρα, για τους αγώνες του Απόλλωνα που βλέπει σέρνοντας στο γήπεδο τον άρρωστο παππού του και το πόσο συναισθηματικά τους έχει δέσει αυτή η κυριακάτικη συνάντηση. Αλλοι άντρες μπορεί να αισθάνονταν περίεργα να αποκαλύψουν μια τέτοια ευαίσθητη πλευρά. Υποθέτω ότι για κάποιον τόσο σίγουρο για τον εαυτό του, οι γνώμες των άλλων δεν έχουν μεγάλη σημασία. Σίγουρα όταν περνάς τη μισή ζωή σου αγκαλιά μ’ ένα αλυσοπρίονο πρέπει να έχεις αυτοπεποίθηση (ο Κωνσταντίνος είναι κηπουρός, ο οποίος ειδικεύεται στα ψηλά δέντρα). Μια λάθος κίνηση και μπορεί να χάσει το χέρι του.
«Τι σκοπεύεις να κάνεις, Θοδωρή;». Ο Κωνσταντίνος από την κορυφή του δέντρου φωνάζει στο βοηθό του που βρίσκεται στο έδαφος. «Αν παγιδευτώ εδώ πάνω, θα έρθεις να με κατεβάσεις ή θα κόψεις το δέντρο με μένα πάνω ελπίζοντας για το καλύτερο;»
«Θα πάω να πιω έναν καφέ για να το σκεφτώ καλύτερα» απαντάει ο Θοδωρής.
«Ο Θοδωρής δεν σκέφτεται καθαρά χωρίς καφέ» λέει ο Κωνσταντίνος. «Δεν το παίρνω προσωπικά».
Με τον Κωνσταντίνο γνωρίστηκα πριν από μερικούς μήνες, όταν του ζήτησα να σουλουπώσει την αυλή της πολυκατοικίας που μένω. Από τότε τον πετυχαίνω συχνά στο δρόμο, κοντά στο σπίτι. Η πρώτη μου σκέψη ήταν πως η γοητεία του δεν οφειλόταν στην προσωπική του σοφία, αλλά στην επικίνδυνη και κάπως περίεργη φύση της δουλειάς του, μιας και να για να βγάλει το ψωμί του πρέπει να σκαρφαλώνει πάνω σε δέντρα.
Σε αντίθεση με όλους εμάς, τους βασιλιάδες της καθιστικής ζωής, ο Κωνσταντίνος δουλεύει σε εξωτερικούς χώρους, πολύ μακριά από τη ζάλη της οθόνης και το ανθυγιεινό κλίμα του γραφείου. Ακόμα και σ’ ένα τέτοιο επάγγελμα, που είναι γεμάτο από δραστήριους τύπους, ο Κωνσταντίνος ξεχωρίζει, μιας και προτιμά να σκαρφαλώνει σε δέντρα και να κόβει κλαδιά από το να ανεβαίνει με αναβατόριο. Ο Κωνσταντίνος κάνει αυτήν τη δουλειά και για τη δράση.
«Θα ανέβουμε κάποια μέρα μαζί και θα δεις πόσο ωραία είναι» μου είπε μια μέρα. Αρνήθηκα την πρόταση με τη μια, αλλά όσο περισσότερο τη σκεφτόμουν τόσο περισσότερο έμοιαζε με την τέλεια ευκαιρία για να δώσω ξεκάθαρη απάντηση στο βασανιστικό ερώτημα: γιατί αυτός ο άτιμος είναι τόσο χαρούμενος;
Ας ξεκινήσουμε μ’ ένα αξίωμα: όλοι θέλουν να ξεφύγουν από κάτι - οικονομικά προβλήματα, στρες λόγω επαγγέλματος κι ένας μεγαλύτερος αδερφός που τα κατάφερε καλύτερα. Κάποια ψυχοφθόρα εκκρεμότητα σε βάζει πάντα σε αμυντική στάση, γεγονός που σε κρατά μακριά από τον καλύτερο εαυτό σου. Η ειρωνεία στην όλη υπόθεση είναι πως μόνο ο καλύτερος εαυτός σου μπορεί να ξεκλειδώσει τη ζωή που θέλεις.
Βέβαια, είναι πολύ πιθανό το μυστικό της ευτυχίας του Κωνσταντίνου να είναι απλώς η απόλυτη αναισθησία. Αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης των πραγμάτων του κάνει καλό, υποθέτω, αλλά υπάρχουν περισσότερα στοιχεία στη συγκεκριμένη υπόθεση. Αφού παρατήρησα με μεγάλη προσοχή την τεχνική που χρειάζεται για να καθαρίσεις περιμετρικά ένα κυπαρίσσι από την κορυφή μέχρι κάτω, χωρίς να είσαι δεμένος με ιμάντες και στο έδαφος να σε περιμένουν δίχτυα, είμαι καλεσμένος σε ακόμα μία περιπέτεια του Κωνσταντίνου.
«Πρέπει να κάνω μια κουβέντα στα παιδιά» μου λέει καθώς μπαίνουμε στο αυτοκίνητό του και ετοιμαζόμαστε να βγούμε στην Εθνική οδό.
Λίγα λεπτά αργότερα παίρνουμε τους δύο άντρες από την Εθνική. Ο Παύλος είναι γύρω στα 35, φοβερά αδύνατος, με πυκνότητα στα γένια που θυμίζει έφηβο και με τατουάζ που καταφέρνουν να ξεφύγουν ακόμα και από τα μανίκια του παλτού του, καθώς κάθεται νευρικά και κάνει κόλπα με τον καπνό από το στριφτό του τσιγάρο. Ο Βασίλης είναι νεότερος. Μοιάζει με παιδί. Σ’ αυτό βοηθάει και το στρογγυλό σχήμα του προσώπου του κι ας έχει περάσει τα 25.
«Λοιπόν» λέει ο Κωνσταντίνος. «Ποιο είναι το σχέδιό σου; Τι σκοπεύεις να κάνεις, τέλος πάντων;». Ετσι απλά, μια μέρα τρελής δουλειάς μεταμορφώνεται σε αυτοσχέδια συνεδρία ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης. Οταν ο Κωνσταντίνος δεν σκαρφαλώνει σε δέντρα ή δεν ασχολείται με την ομάδα μπάσκετ στην οποία πρόσφατα γράφτηκε ή δεν χτυπιέται στο γυμναστήριο για να διατηρήσει τους καλοσχηματισμένους μυς του σε φόρμα, ή δεν δίνει συμβουλές στον 5χρονο γιο του, εργάζεται εθελοντικά στους Ανώνυμους Αλκοολικούς. Ο Βασίλης και ο Παύλος είναι υπό την εποπτεία του και μόλις παραβίασαν τον πιο βασικό κανόνα τους.
Ο Κωνσταντίνος τους λέει ότι πρέπει να μάθουν να στηρίζονται στα δικά τους πόδια, αν ελπίζουν ότι κάποτε θα κοιτάξουν ξανά τον κόσμο στα μάτια. Τους λέει ότι η αλλαγή δεν γίνεται σε μια νύχτα. Τους λέει όλα όσα πρέπει να ακούσουν, αλλά δεν αντέχουν ακόμη. Κάπου κάπου διακόπτεται από το τηλέφωνο κάποιου πελάτη, της γυναίκας του, του επικεφαλής της εταιρείας που εργάζεται και μετά πάλι της γυναίκας του. Ολοκληρώνει τις συνομιλίες και στη συνέχεια καταπιάνεται με τον Παύλο και τον Βασίλη, συνεχίζοντας από το σημείο που είχε σταματήσει, με το σοβαρό ύφος που αρμόζει στην περίσταση.
Αυτό συμβαίνει όταν δεν ξεχνάς να ζήσεις. Αντί να τρέχεις να προλάβεις τον κόσμο, ο κόσμος τρέχει να προλάβει εσένα. Ο Κωνσταντίνος φαίνεται πως περιτριγυρίζεται από ανθρώπους, που ενστικτωδώς στρέφονται σ’ αυτόν για καθοδήγηση και βοήθεια. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν ο Θοδωρής, εγώ (για κάτι δέντρα) και πολλοί άλλοι που ο Κωνσταντίνος δεν γνωρίζει καν. Δεν είναι ότι ο ίδιος αποτελεί κάτι εντελώς ξεχωριστό από όλους αυτούς. Αλλωστε, είμαστε όλοι άνθρωποι, αλλά αυτός έχει βρει τον τρόπο να μην αφήνει τίποτα να τον κρατάει πίσω.
Αργότερα ο Κωνσταντίνος μου διηγείται μια ιστορία για το πώς βοήθησε μια κοπέλα να ξαναμπεί στους Ανώνυμους Αλκοολικούς. Στο δρόμο προς το κέντρο έτυχε να σταματήσουν σε μια διάβαση τρένου. Τη στιγμή εκείνη, η κοπέλα άρχισε να αισθάνεται άσχημα για την τύχη της και να δείχνει σημάδια φοβερής απαισιοδοξίας. Ο Κωνσταντίνος, αντί να της βάλει τις φωνές, της πρότεινε να πάνε στο μπροστινό αυτοκίνητο και να κάνουν την οδηγό να γελάσει. Η κυρία που βρισκόταν πίσω από το τιμόνι αρχικά φάνηκε σκληρό καρύδι, αλλά μέχρι τη στιγμή που το τρένο πέρασε είχε λυθεί στα γέλια. Ο Κωνσταντίνος έκανε πάλι το θαύμα του και με αυτό το παράδειγμα έδειξε στην κοπέλα ότι όλα είναι εφικτά.
Οι χειρότεροι τύποι είναι αυτοί που έχουν μόνιμως ζωγραφισμένο το χαμόγελο στα χείλη τους, εκείνοι που δίνουν αμέσως το χέρι φιλικά, που το παίζουν καλοί κι όταν πάνε σπίτι τους, κλωτσάνε το σκύλο τους ή ουρλιάζουν στη γυναίκα τους. Δεν υπάρχει βάθος και ουσία σ’ αυτούς. Δεν έχουν ανθρωπιά και αρχές. Ημουν αρκετά σίγουρος ότι ο Κωνσταντίνος δεν είχε σχέση με εκείνους, αλλά το παζλ δεν είχε σχηματιστεί πλήρως ακόμη. Βέβαια, η αλήθεια είναι πως πριν γίνει το άτομο που είναι τώρα ανήκε κι αυτός στους κυνηγημένους της ζωής.
«Τη στιγμή της σύλληψής μου υπήρχε εις βάρος μου ένταλμα για πέντε διαφορετικά αδικήματα» λέει.
Εκείνη την περίοδο ζούσε στο δρόμο. Εκλεβε φρούτα τη μέρα και τα πουλούσε στα φανάρια για 2 ευρώ το κιλό. Η καλή πορεία των πωλήσεων επισφραγιζόταν από νέα άδεια μπουκάλια που συσσωρεύονταν κάτω από το κρεβάτι του. Αυτός ο τρόπος ζωής δεν είναι ποτέ ευχάριστος, αλλά πραγματικά καταλαβαίνεις ότι έχεις πιάσει πάτο όταν βρίσκεται μπροστά σε ένα πιστόλι.
Ο Κωνσταντίνος ήταν σε άθλια κατάσταση μετά από μια ολονύχτια κραιπάλη. Βγαίνοντας από ένα ελεεινό καταγώγιο κάπου στα στενά πάνω από τον Σταθμό Λαρίσης, έπεσε πάνω στον πορτιέρη και φυσικά όχι μόνο δεν ζήτησε συγνώμη, αλλά άρχισε να του τη λέει κι από πάνω. Δεν πέρασε πολύ ώρα πριν βγάλει μαχαίρι και τον απειλήσει. Ο πορτιέρης, ήρεμος, έβγαλε πιστόλι με το ένα χέρι και με το άλλο πήρε την αστυνομία. Τον κράτησε εκεί, γονατιστό μέχρι να στρίψει το περιπολικό στη γωνία, οπότε και έβαλε ξανά το όπλο στην τσέπη. Στους αστυνομικούς έδωσε το μαχαίρι, έκανε μήνυση για επίθεση και φυσικά παρέλειψε να αναφέρει την εμπλοκή ενός όπλου στην όλη διαδικασία.
Ακόμη και σήμερα δεν ξέρει από τι προσπαθούσε να ξεφύγει: από έναν πατέρα που τον εγκατέλειψε στα πέντε του, από τα δικά του λάθη που δεν είχε τη δύναμη να βάλει σε μια σειρά ή ακόμα και από έναν κόσμο που ποτέ δεν αισθανόταν οικείο.
Σε αυτό το σημείο, όμως, έπρεπε να μπει ένα τέλος. Ερχεται μια στιγμή που σταματάς να τρέχεις και αντιμετωπίζεις το οτιδήποτε, ακόμα κι αν αυτό σε κυνηγά. Ισως είναι το θάρρος, ίσως η εξάντληση που σε ωθεί στην τελική συνειδητοποίηση ότι μια ζωή που την κυνηγάς δεν αξίζει. Για τον Κωνσταντίνο, εκείνη η στιγμή έφτασε στο αστυνομικό τμήμα, λίγο μετά τη σύλληψή του.
Τον έβαλαν σε ένα κελί μαζί με άλλους 20, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Γιώργος (ένας 45χρονος που είχε συλληφθεί για ανθρωποκτονία από πρόθεση), με την κοπέλα του οποίου είχε κάνει one night stand, ενώ εκείνος έκανε φυλακή. Ο Κωνσταντίνος δεν έμεινε καθόλου έκπληκτος όταν εκείνος άρχισε να διαδίδει παντού ότι είναι πράκτορας της αστυνομίας. «Βασικά, ήθελε να μου κόψει τα πόδια» θυμάται ο Κωνσταντίνος.
Για καλή του τύχη, οι αστυνομικοί τον έβγαλαν από εκεί πριν προλάβει να του κάνει κακό. Στη συνέχεια έβγαλαν και τον Γιώργο κι αφού τους πέρασαν χειροπέδες, τους έβαλαν στην ίδια κλούβα. Μέσα σε μια κλούβα, στην οποία μοιραζόταν τη θέση με ένα άντρα που τον ήθελε νεκρό, ήξερε ότι έπρεπε να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Υπό μια έννοια, σχεδόν καλωσόρισε την πρόκληση.
«Ηξερα ότι έπρεπε να πληρώσω το τίμημα κάποια στιγμή και να γίνω ο άντρας που πραγματικά ήθελα να γίνω» λέει ο ίδιος. Αυτό μάλλον εξηγεί και το τι είπε στον Γιώργο: «Είμαι ο πιο αποτυχημένος άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Μόλις έκοψα το αλκοόλ κι αν θες να με χτυπήσεις, δεν μπορώ με κανέναν τρόπο να αμυνθώ. Δεν ήθελα να σου κάνω κακό. Απλώς ήμουν μόνος και δεν είχα κάτι που να με καλύπτει συναισθηματικά εκείνη την περίοδο. Γι’ αυτό κοιμήθηκα μαζί της». Ενώ περίμενε να ξεκινήσει ο καβγάς, ο Γιώργος το μόνο που του είπε ήταν: «Θέλω να σε σκοτώσω, αλλά δεν θα το κάνω γιατί σε καταλαβαίνω. Τα έχω κάνει κι εγώ». Αντρικά πράγματα.
Από εκείνη τη στιγμή, όλα άρχισαν να αλλάζουν. Αρχικά, απέφυγε τη φυλάκιση, κάνοντας αποτοξίνωση και πηγαίνοντας τους Ανώνυμους Αλκοολικούς. Εκοψε το αλκοόλ, βρήκε δουλειά και γνώρισε τη μελλοντική μητέρα του γιου του. Ενα χρόνο αργότερα κατάλαβε ότι η κηπουρική ήταν η λύση για να συντηρήσει την οικογένειά του (την είχε μάθει από τον πατέρα του). Επαιξε φουλ του πράσινου και δικαιώθηκε. Μπορεί η απασχόλησή του να είναι full time, ο Κωνσταντίνος φροντίζει, όμως, να βρίσκει πάντα χρόνο για τα κέντρα απεξάρτησης. Πρόκειται για μια δεξαμενή μελλοντικών συνεργατών, αλλά και για μια μικρή αναδρομή στο γεμάτο διδάγματα παρελθόν του.
Ολο αυτό ξεκίνησε όταν ο Κωνσταντίνος σήκωσε το κεφάλι και προκάλεσε τον Γιώργο να τον χτυπήσει. Το χτύπημα δεν ήρθε ποτέ και γι’ αυτό ο Κωνσταντίνος δεν θέλησε ποτέ να κατεβάσει το κεφάλι του. Πέρασε πολύς καιρός από τότε, μέχρι που έχει γίνει πλέον για εκείνον πάγια στάση ζωής, γι’ αυτό μέχρι σήμερα δεν την έχει αλλάξει και συνεχίζει να αντιδρά απέναντι στα πράγματα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο: με το κεφάλι ψηλά και χωρίς να κρατά τίποτε κρυφό. Οσο παράξενο κι αν ακούγεται, αυτή η έλλειψη επιφυλακτικότητας είναι αυτή που τον έκανε άτρωτο.
«Πλέον δεν φοβάμαι τίποτα» σου λέει ο Κωνσταντίνος «επειδή ξέρω ότι είμαι πολύ χρήσιμος για τους ανθρώπους του περιβάλλοντός μου. Πώς γίνεται να μη γεμίζεις με αυτοπεποίθηση από αυτό;». Η αλήθεια είναι ότι, ένα κομμάτι του εαυτού μου, ακόμη θέλει να τον χτυπήσει και να τον δει δεμένο μέσα σε κλούβα. Αυτό ουσιαστικά όμως αποκαλύπτει περισσότερα πράγματα για μένα παρά για τον ίδιο τον Κωνσταντίνο. Δεν είναι ότι απλώς ζηλεύω την αυτοπεποίθηση και τη χαρά του. Είναι ότι η πορεία του δημιουργεί ένα σοβαρό ερώτημα, που ένα μέρος του εαυτού μου θα προτιμούσε να το έχει αποφύγει. Τι θα συνέβαινε, για παράδειγμα, αν η ζωή και η τύχη σ’ εγκατέλειπαν την κρίσιμη στιγμή, όταν βρισκόσουν στο χείλος της καταστροφής; Από εκεί και πέρα, είσαι καταδικασμένος να ζεις στη μετριότητα ή μπορείς ακόμη να διεκδικήσεις τη δική σου στιγμή με κάποιον τρόπο και να ζήσεις όπως πάντα ήθελες; Πρόκειται για ένα ερώτημα που κάθε άντρας πρέπει να απαντήσει με τον τρόπο του. Πριν απαντήσει, όμως, οφείλει πρώτα να το θέσει στον εαυτό του.
Παντού υπάρχει ένας τέτοιος τύπος. Σε κάθε περίσταση. Κάποιος που είναι περισσότερο χαρούμενος από σένα και χωρίς να το σκέφτεται απολαμβάνει κάθε στιγμή της ζωής του. Μετά από λίγο φεύγει παίρνοντας μαζί του όλη τη λάμψη, που μοιράζει χωρίς καμία προσπάθεια. Τότε βυθίζεσαι σε σκέψεις και προβληματισμούς. Ποιο είναι το μυστικό του; Πώς τα καταφέρνει;
Για να μην πέσεις σε κατάθλιψη μαζεύεις τα κομμάτια σου και πηγαίνεις γυμναστήριο. Οι σφυγμοί σου χτυπάνε κόκκινο, ο ιδρώτας τρέχει από κάθε πόρο του σώματός σου και σιγά σιγά αρχίζεις να παίρνεις τα πάνω σου. Παρά την προσπάθεια, όμως, ακόμη δεν τον έχεις ξεχάσει και συνεχίζει να σε απασχολεί - αυτός ο άτιμος τύπος. Πώς γίνεται να είναι τόσο άνετος; Ο Κωνσταντίνος είναι ένας από αυτούς τους τύπους κι αν δεν με απασχολούσε τόσο το πώς τα καταφέρνει, το πιθανότερο είναι ότι θα ήθελα να τον χτυπήσω. Αυτό ισχύει και με το παραπάνω, ειδικά αν σκεφτείς το πόσο νέος και στυλάτος είναι. Με κοντά, ξανθά μαλλιά και σταθερό βήμα (που μαρτυρά ότι σηκώνει πολλά κιλά), ο 32χρονος κουβαλάει μεγαλύτερη σιγουριά από άντρες που έχουν τα διπλάσια χρόνια του.
Βέβαια, φροντίζει να σπάει το κύμα της αυτοπεποίθησης που βγάζει με μικρά αστεία. Μια συνάντηση με τον Κωνσταντίνο μπορεί να είναι εντυπωσιακή, σαν να έπεφτες τυχαία πάνω σ’ έναν παλιό σου φίλο. Φυσικά, κανείς δεν είναι συνηθισμένος σε τέτοια απλότητα. Οι ζωές μας φαίνεται ότι απαιτούν κάποια στρατηγική διστακτικότητα, μια συνετή επιφυλακτικότητα ή δυσπιστία. Ο Κωνσταντίνος όμως πηγαίνει κόντρα στο κύμα. Οπου κι αν είναι, ό,τι κι αν κάνει, ποτέ δεν πνίγει τον αυθορμητισμό του. Πάρε, για παράδειγμα, την ιστορία που λέει τώρα, για τους αγώνες του Απόλλωνα που βλέπει σέρνοντας στο γήπεδο τον άρρωστο παππού του και το πόσο συναισθηματικά τους έχει δέσει αυτή η κυριακάτικη συνάντηση. Αλλοι άντρες μπορεί να αισθάνονταν περίεργα να αποκαλύψουν μια τέτοια ευαίσθητη πλευρά. Υποθέτω ότι για κάποιον τόσο σίγουρο για τον εαυτό του, οι γνώμες των άλλων δεν έχουν μεγάλη σημασία. Σίγουρα όταν περνάς τη μισή ζωή σου αγκαλιά μ’ ένα αλυσοπρίονο πρέπει να έχεις αυτοπεποίθηση (ο Κωνσταντίνος είναι κηπουρός, ο οποίος ειδικεύεται στα ψηλά δέντρα). Μια λάθος κίνηση και μπορεί να χάσει το χέρι του.
«Τι σκοπεύεις να κάνεις, Θοδωρή;». Ο Κωνσταντίνος από την κορυφή του δέντρου φωνάζει στο βοηθό του που βρίσκεται στο έδαφος. «Αν παγιδευτώ εδώ πάνω, θα έρθεις να με κατεβάσεις ή θα κόψεις το δέντρο με μένα πάνω ελπίζοντας για το καλύτερο;»
«Θα πάω να πιω έναν καφέ για να το σκεφτώ καλύτερα» απαντάει ο Θοδωρής.
«Ο Θοδωρής δεν σκέφτεται καθαρά χωρίς καφέ» λέει ο Κωνσταντίνος. «Δεν το παίρνω προσωπικά».
Με τον Κωνσταντίνο γνωρίστηκα πριν από μερικούς μήνες, όταν του ζήτησα να σουλουπώσει την αυλή της πολυκατοικίας που μένω. Από τότε τον πετυχαίνω συχνά στο δρόμο, κοντά στο σπίτι. Η πρώτη μου σκέψη ήταν πως η γοητεία του δεν οφειλόταν στην προσωπική του σοφία, αλλά στην επικίνδυνη και κάπως περίεργη φύση της δουλειάς του, μιας και να για να βγάλει το ψωμί του πρέπει να σκαρφαλώνει πάνω σε δέντρα.
Σε αντίθεση με όλους εμάς, τους βασιλιάδες της καθιστικής ζωής, ο Κωνσταντίνος δουλεύει σε εξωτερικούς χώρους, πολύ μακριά από τη ζάλη της οθόνης και το ανθυγιεινό κλίμα του γραφείου. Ακόμα και σ’ ένα τέτοιο επάγγελμα, που είναι γεμάτο από δραστήριους τύπους, ο Κωνσταντίνος ξεχωρίζει, μιας και προτιμά να σκαρφαλώνει σε δέντρα και να κόβει κλαδιά από το να ανεβαίνει με αναβατόριο. Ο Κωνσταντίνος κάνει αυτήν τη δουλειά και για τη δράση.
«Θα ανέβουμε κάποια μέρα μαζί και θα δεις πόσο ωραία είναι» μου είπε μια μέρα. Αρνήθηκα την πρόταση με τη μια, αλλά όσο περισσότερο τη σκεφτόμουν τόσο περισσότερο έμοιαζε με την τέλεια ευκαιρία για να δώσω ξεκάθαρη απάντηση στο βασανιστικό ερώτημα: γιατί αυτός ο άτιμος είναι τόσο χαρούμενος;
Ας ξεκινήσουμε μ’ ένα αξίωμα: όλοι θέλουν να ξεφύγουν από κάτι - οικονομικά προβλήματα, στρες λόγω επαγγέλματος κι ένας μεγαλύτερος αδερφός που τα κατάφερε καλύτερα. Κάποια ψυχοφθόρα εκκρεμότητα σε βάζει πάντα σε αμυντική στάση, γεγονός που σε κρατά μακριά από τον καλύτερο εαυτό σου. Η ειρωνεία στην όλη υπόθεση είναι πως μόνο ο καλύτερος εαυτός σου μπορεί να ξεκλειδώσει τη ζωή που θέλεις.
Βέβαια, είναι πολύ πιθανό το μυστικό της ευτυχίας του Κωνσταντίνου να είναι απλώς η απόλυτη αναισθησία. Αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης των πραγμάτων του κάνει καλό, υποθέτω, αλλά υπάρχουν περισσότερα στοιχεία στη συγκεκριμένη υπόθεση. Αφού παρατήρησα με μεγάλη προσοχή την τεχνική που χρειάζεται για να καθαρίσεις περιμετρικά ένα κυπαρίσσι από την κορυφή μέχρι κάτω, χωρίς να είσαι δεμένος με ιμάντες και στο έδαφος να σε περιμένουν δίχτυα, είμαι καλεσμένος σε ακόμα μία περιπέτεια του Κωνσταντίνου.
«Πρέπει να κάνω μια κουβέντα στα παιδιά» μου λέει καθώς μπαίνουμε στο αυτοκίνητό του και ετοιμαζόμαστε να βγούμε στην Εθνική οδό.
Λίγα λεπτά αργότερα παίρνουμε τους δύο άντρες από την Εθνική. Ο Παύλος είναι γύρω στα 35, φοβερά αδύνατος, με πυκνότητα στα γένια που θυμίζει έφηβο και με τατουάζ που καταφέρνουν να ξεφύγουν ακόμα και από τα μανίκια του παλτού του, καθώς κάθεται νευρικά και κάνει κόλπα με τον καπνό από το στριφτό του τσιγάρο. Ο Βασίλης είναι νεότερος. Μοιάζει με παιδί. Σ’ αυτό βοηθάει και το στρογγυλό σχήμα του προσώπου του κι ας έχει περάσει τα 25.
«Λοιπόν» λέει ο Κωνσταντίνος. «Ποιο είναι το σχέδιό σου; Τι σκοπεύεις να κάνεις, τέλος πάντων;». Ετσι απλά, μια μέρα τρελής δουλειάς μεταμορφώνεται σε αυτοσχέδια συνεδρία ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης. Οταν ο Κωνσταντίνος δεν σκαρφαλώνει σε δέντρα ή δεν ασχολείται με την ομάδα μπάσκετ στην οποία πρόσφατα γράφτηκε ή δεν χτυπιέται στο γυμναστήριο για να διατηρήσει τους καλοσχηματισμένους μυς του σε φόρμα, ή δεν δίνει συμβουλές στον 5χρονο γιο του, εργάζεται εθελοντικά στους Ανώνυμους Αλκοολικούς. Ο Βασίλης και ο Παύλος είναι υπό την εποπτεία του και μόλις παραβίασαν τον πιο βασικό κανόνα τους.
Ο Κωνσταντίνος τους λέει ότι πρέπει να μάθουν να στηρίζονται στα δικά τους πόδια, αν ελπίζουν ότι κάποτε θα κοιτάξουν ξανά τον κόσμο στα μάτια. Τους λέει ότι η αλλαγή δεν γίνεται σε μια νύχτα. Τους λέει όλα όσα πρέπει να ακούσουν, αλλά δεν αντέχουν ακόμη. Κάπου κάπου διακόπτεται από το τηλέφωνο κάποιου πελάτη, της γυναίκας του, του επικεφαλής της εταιρείας που εργάζεται και μετά πάλι της γυναίκας του. Ολοκληρώνει τις συνομιλίες και στη συνέχεια καταπιάνεται με τον Παύλο και τον Βασίλη, συνεχίζοντας από το σημείο που είχε σταματήσει, με το σοβαρό ύφος που αρμόζει στην περίσταση.
Αυτό συμβαίνει όταν δεν ξεχνάς να ζήσεις. Αντί να τρέχεις να προλάβεις τον κόσμο, ο κόσμος τρέχει να προλάβει εσένα. Ο Κωνσταντίνος φαίνεται πως περιτριγυρίζεται από ανθρώπους, που ενστικτωδώς στρέφονται σ’ αυτόν για καθοδήγηση και βοήθεια. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν ο Θοδωρής, εγώ (για κάτι δέντρα) και πολλοί άλλοι που ο Κωνσταντίνος δεν γνωρίζει καν. Δεν είναι ότι ο ίδιος αποτελεί κάτι εντελώς ξεχωριστό από όλους αυτούς. Αλλωστε, είμαστε όλοι άνθρωποι, αλλά αυτός έχει βρει τον τρόπο να μην αφήνει τίποτα να τον κρατάει πίσω.
Αργότερα ο Κωνσταντίνος μου διηγείται μια ιστορία για το πώς βοήθησε μια κοπέλα να ξαναμπεί στους Ανώνυμους Αλκοολικούς. Στο δρόμο προς το κέντρο έτυχε να σταματήσουν σε μια διάβαση τρένου. Τη στιγμή εκείνη, η κοπέλα άρχισε να αισθάνεται άσχημα για την τύχη της και να δείχνει σημάδια φοβερής απαισιοδοξίας. Ο Κωνσταντίνος, αντί να της βάλει τις φωνές, της πρότεινε να πάνε στο μπροστινό αυτοκίνητο και να κάνουν την οδηγό να γελάσει. Η κυρία που βρισκόταν πίσω από το τιμόνι αρχικά φάνηκε σκληρό καρύδι, αλλά μέχρι τη στιγμή που το τρένο πέρασε είχε λυθεί στα γέλια. Ο Κωνσταντίνος έκανε πάλι το θαύμα του και με αυτό το παράδειγμα έδειξε στην κοπέλα ότι όλα είναι εφικτά.
Οι χειρότεροι τύποι είναι αυτοί που έχουν μόνιμως ζωγραφισμένο το χαμόγελο στα χείλη τους, εκείνοι που δίνουν αμέσως το χέρι φιλικά, που το παίζουν καλοί κι όταν πάνε σπίτι τους, κλωτσάνε το σκύλο τους ή ουρλιάζουν στη γυναίκα τους. Δεν υπάρχει βάθος και ουσία σ’ αυτούς. Δεν έχουν ανθρωπιά και αρχές. Ημουν αρκετά σίγουρος ότι ο Κωνσταντίνος δεν είχε σχέση με εκείνους, αλλά το παζλ δεν είχε σχηματιστεί πλήρως ακόμη. Βέβαια, η αλήθεια είναι πως πριν γίνει το άτομο που είναι τώρα ανήκε κι αυτός στους κυνηγημένους της ζωής.
«Τη στιγμή της σύλληψής μου υπήρχε εις βάρος μου ένταλμα για πέντε διαφορετικά αδικήματα» λέει.
Εκείνη την περίοδο ζούσε στο δρόμο. Εκλεβε φρούτα τη μέρα και τα πουλούσε στα φανάρια για 2 ευρώ το κιλό. Η καλή πορεία των πωλήσεων επισφραγιζόταν από νέα άδεια μπουκάλια που συσσωρεύονταν κάτω από το κρεβάτι του. Αυτός ο τρόπος ζωής δεν είναι ποτέ ευχάριστος, αλλά πραγματικά καταλαβαίνεις ότι έχεις πιάσει πάτο όταν βρίσκεται μπροστά σε ένα πιστόλι.
Ο Κωνσταντίνος ήταν σε άθλια κατάσταση μετά από μια ολονύχτια κραιπάλη. Βγαίνοντας από ένα ελεεινό καταγώγιο κάπου στα στενά πάνω από τον Σταθμό Λαρίσης, έπεσε πάνω στον πορτιέρη και φυσικά όχι μόνο δεν ζήτησε συγνώμη, αλλά άρχισε να του τη λέει κι από πάνω. Δεν πέρασε πολύ ώρα πριν βγάλει μαχαίρι και τον απειλήσει. Ο πορτιέρης, ήρεμος, έβγαλε πιστόλι με το ένα χέρι και με το άλλο πήρε την αστυνομία. Τον κράτησε εκεί, γονατιστό μέχρι να στρίψει το περιπολικό στη γωνία, οπότε και έβαλε ξανά το όπλο στην τσέπη. Στους αστυνομικούς έδωσε το μαχαίρι, έκανε μήνυση για επίθεση και φυσικά παρέλειψε να αναφέρει την εμπλοκή ενός όπλου στην όλη διαδικασία.
Ακόμη και σήμερα δεν ξέρει από τι προσπαθούσε να ξεφύγει: από έναν πατέρα που τον εγκατέλειψε στα πέντε του, από τα δικά του λάθη που δεν είχε τη δύναμη να βάλει σε μια σειρά ή ακόμα και από έναν κόσμο που ποτέ δεν αισθανόταν οικείο.
Σε αυτό το σημείο, όμως, έπρεπε να μπει ένα τέλος. Ερχεται μια στιγμή που σταματάς να τρέχεις και αντιμετωπίζεις το οτιδήποτε, ακόμα κι αν αυτό σε κυνηγά. Ισως είναι το θάρρος, ίσως η εξάντληση που σε ωθεί στην τελική συνειδητοποίηση ότι μια ζωή που την κυνηγάς δεν αξίζει. Για τον Κωνσταντίνο, εκείνη η στιγμή έφτασε στο αστυνομικό τμήμα, λίγο μετά τη σύλληψή του.
Τον έβαλαν σε ένα κελί μαζί με άλλους 20, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Γιώργος (ένας 45χρονος που είχε συλληφθεί για ανθρωποκτονία από πρόθεση), με την κοπέλα του οποίου είχε κάνει one night stand, ενώ εκείνος έκανε φυλακή. Ο Κωνσταντίνος δεν έμεινε καθόλου έκπληκτος όταν εκείνος άρχισε να διαδίδει παντού ότι είναι πράκτορας της αστυνομίας. «Βασικά, ήθελε να μου κόψει τα πόδια» θυμάται ο Κωνσταντίνος.
Για καλή του τύχη, οι αστυνομικοί τον έβγαλαν από εκεί πριν προλάβει να του κάνει κακό. Στη συνέχεια έβγαλαν και τον Γιώργο κι αφού τους πέρασαν χειροπέδες, τους έβαλαν στην ίδια κλούβα. Μέσα σε μια κλούβα, στην οποία μοιραζόταν τη θέση με ένα άντρα που τον ήθελε νεκρό, ήξερε ότι έπρεπε να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Υπό μια έννοια, σχεδόν καλωσόρισε την πρόκληση.
«Ηξερα ότι έπρεπε να πληρώσω το τίμημα κάποια στιγμή και να γίνω ο άντρας που πραγματικά ήθελα να γίνω» λέει ο ίδιος. Αυτό μάλλον εξηγεί και το τι είπε στον Γιώργο: «Είμαι ο πιο αποτυχημένος άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Μόλις έκοψα το αλκοόλ κι αν θες να με χτυπήσεις, δεν μπορώ με κανέναν τρόπο να αμυνθώ. Δεν ήθελα να σου κάνω κακό. Απλώς ήμουν μόνος και δεν είχα κάτι που να με καλύπτει συναισθηματικά εκείνη την περίοδο. Γι’ αυτό κοιμήθηκα μαζί της». Ενώ περίμενε να ξεκινήσει ο καβγάς, ο Γιώργος το μόνο που του είπε ήταν: «Θέλω να σε σκοτώσω, αλλά δεν θα το κάνω γιατί σε καταλαβαίνω. Τα έχω κάνει κι εγώ». Αντρικά πράγματα.
Από εκείνη τη στιγμή, όλα άρχισαν να αλλάζουν. Αρχικά, απέφυγε τη φυλάκιση, κάνοντας αποτοξίνωση και πηγαίνοντας τους Ανώνυμους Αλκοολικούς. Εκοψε το αλκοόλ, βρήκε δουλειά και γνώρισε τη μελλοντική μητέρα του γιου του. Ενα χρόνο αργότερα κατάλαβε ότι η κηπουρική ήταν η λύση για να συντηρήσει την οικογένειά του (την είχε μάθει από τον πατέρα του). Επαιξε φουλ του πράσινου και δικαιώθηκε. Μπορεί η απασχόλησή του να είναι full time, ο Κωνσταντίνος φροντίζει, όμως, να βρίσκει πάντα χρόνο για τα κέντρα απεξάρτησης. Πρόκειται για μια δεξαμενή μελλοντικών συνεργατών, αλλά και για μια μικρή αναδρομή στο γεμάτο διδάγματα παρελθόν του.
Ολο αυτό ξεκίνησε όταν ο Κωνσταντίνος σήκωσε το κεφάλι και προκάλεσε τον Γιώργο να τον χτυπήσει. Το χτύπημα δεν ήρθε ποτέ και γι’ αυτό ο Κωνσταντίνος δεν θέλησε ποτέ να κατεβάσει το κεφάλι του. Πέρασε πολύς καιρός από τότε, μέχρι που έχει γίνει πλέον για εκείνον πάγια στάση ζωής, γι’ αυτό μέχρι σήμερα δεν την έχει αλλάξει και συνεχίζει να αντιδρά απέναντι στα πράγματα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο: με το κεφάλι ψηλά και χωρίς να κρατά τίποτε κρυφό. Οσο παράξενο κι αν ακούγεται, αυτή η έλλειψη επιφυλακτικότητας είναι αυτή που τον έκανε άτρωτο.
«Πλέον δεν φοβάμαι τίποτα» σου λέει ο Κωνσταντίνος «επειδή ξέρω ότι είμαι πολύ χρήσιμος για τους ανθρώπους του περιβάλλοντός μου. Πώς γίνεται να μη γεμίζεις με αυτοπεποίθηση από αυτό;». Η αλήθεια είναι ότι, ένα κομμάτι του εαυτού μου, ακόμη θέλει να τον χτυπήσει και να τον δει δεμένο μέσα σε κλούβα. Αυτό ουσιαστικά όμως αποκαλύπτει περισσότερα πράγματα για μένα παρά για τον ίδιο τον Κωνσταντίνο. Δεν είναι ότι απλώς ζηλεύω την αυτοπεποίθηση και τη χαρά του. Είναι ότι η πορεία του δημιουργεί ένα σοβαρό ερώτημα, που ένα μέρος του εαυτού μου θα προτιμούσε να το έχει αποφύγει. Τι θα συνέβαινε, για παράδειγμα, αν η ζωή και η τύχη σ’ εγκατέλειπαν την κρίσιμη στιγμή, όταν βρισκόσουν στο χείλος της καταστροφής; Από εκεί και πέρα, είσαι καταδικασμένος να ζεις στη μετριότητα ή μπορείς ακόμη να διεκδικήσεις τη δική σου στιγμή με κάποιον τρόπο και να ζήσεις όπως πάντα ήθελες; Πρόκειται για ένα ερώτημα που κάθε άντρας πρέπει να απαντήσει με τον τρόπο του. Πριν απαντήσει, όμως, οφείλει πρώτα να το θέσει στον εαυτό του.